Αλλοιώσεις CIN2: Χρειάζεται πάντοτε θεραπεία;

Σύμφωνα με τα τελευταία επιστημονικά δεδομένα, οι αλλοιώσεις CIN2 μπορούν να παρακολουθούνται με κολποσκόπηση και βιοψίες σε νέες άτοκες γυναίκες, υπό ορισμένες προϋποθέσεις.

Τα δεδομένα προέρχονται από την Αμερικανική Εταιρεία Κολποσκόπησης και Παθολογίας Τραχήλου Μήτρας (ASCCP), την Βρεττανική Εταιρεία Κολποσκόπησης και Παθολογίας Τραχήλου Μήτρας (BSCCP) και την Ευρωπαϊκή Εταιρεία Γυναικολογικής Ογκολογίας (ESGO).

Με βάση τα επιστημονικά δεδομένα η παρακολούθηση πρέπει να επιλέγεται προσεκτικά σε συγκεκριμμένες ασθενείς, ζυγίζοντας αφενός τον μικρό αλλά υπαρκτό κίνδυνο μετεξέλιξης των αλλοιώσεων σε καρκίνο και αφετέρου τη διατήρηση της γονιμότητας και την αποφυγή της υπερθεραπείας.

Η εισήγηση για τον τρόπο αντιμετώπισης γίνεται από εξειδικευμένο γιατρό και ζητείται πάντοτε η συναίνεση της ασθενούς αφού αυτή ενημερωθεί για τους κινδύνους και τα ωφέλη και αποδεχθεί συγκεκριμμένο πρωτόκολλο παρακολούθησης.

Σε γενικές γραμμές, προτιμάμε συντηρητική παρακολούθηση των αλλοιώσεων CIN2 εάν:

  • Η ασθενής είναι ηλικίας <25 ετών.
  • Η ασθενής είναι άτοκη ηλικίας <40 ετών και επιθυμεί να μην υπάρξει καμμία επίπτωση στη γονιμότητά της.
  • Η ζώνη μετάπλασης ελέγχεται πλήρως.
  • Έχουν γίνει πολλαπλές κολποσκοπικές βιοψίες και έχουν αποκλειστεί αλλοιώσεις CIN3 και διήθηση.
  • Δεν συνυπάρχει ατυπία από το αδενικό επιθήλιο.
  • Η έκταση των αλλοιώσεων δεν είναι μεγαλύτερη απο τα δύο τεταρτημόρια της επιφανείας του τραχήλου.
  • Η ασθενής συμφωνεί να ελέγχεται ανά εξάμηνο τουλάχιστον επί διετία με HPV test κολποσκόπηση και βιοψίες.

Χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή: 

  • Στις ηλικίες 30-40 ετών.
  • Όταν έχουμε HPV 16, 18, 33, 35.
  • Στις ανοσοκατεσταλμένες ασθενείς.

Ακολουθώντας τις ανωτέρω προϋποθέσεις οι μελέτες (που ακόμη δεν έχουν πολύ μεγάλο αριθμό περιστατικών) έχουν δείξει ότι περίπου 70% των αλλοιώσεων CIN2 υποχωρούν.