
Τι είναι η ακράτεια ούρων;
Ακράτεια ούρων ονομάζουμε την ακούσια απώλεια ούρων. Με άλλα λόγια, πρόκειται για διαρροή ούρων που συμβαίνει χωρίς να το θέλουμε. Η κατάσταση αυτή είναι πολύ συχνή, ιδιαίτερα στις γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση. Η ακράτεια μπορεί να επηρεάσει σημαντικά την ποιότητα ζωής της γυναίκας, τόσο σωματικά όσο και ψυχολογικά και κοινωνικά, όμως πρόκειται για ένα ιατρικό πρόβλημα που στις περισσότερες περιπτώσεις μπορεί να βελτιωθεί ή να θεραπευτεί με την κατάλληλη αντιμετώπιση.
Ποια είδη ακράτειας υπάρχουν;
Υπάρχουν διάφοροι τύποι ακράτειας ούρων. Οι βασικές κατηγορίες είναι οι εξής:
- Ακράτεια προσπαθείας: Διαρροή ούρων που συμβαίνει κατά την αύξηση της ενδοκοιλιακής πίεσης – δηλαδή όταν βήχουμε, φτερνιζόμαστε, γελάμε ή σηκώνουμε βάρος/ασκούμαστε. Αυτό συμβαίνει λόγω χαλάρωσης των μυών του πυελικού εδάφους ή του σφικτήρα της ουρήθρας, με αποτέλεσμα η πίεση να “σπρώχνει” τα ούρα προς τα έξω.
- Ακράτεια επιτακτικού τύπου: Ξαφνική και έντονη ανάγκη για ούρηση που είναι δύσκολο να ανασταλεί. Η γυναίκα νιώθει ξαφνικά ότι πρέπει να πάει άμεσα στην τουαλέτα και μπορεί να υπάρξει απώλεια ούρων πριν προλάβει να φτάσει εγκαίρως. Η κατάσταση αυτή συχνά περιγράφεται και ως «υπερδραστήρια κύστη», ειδικά όταν συνοδεύεται από συχνουρία.
- Μικτή ακράτεια: Συνδυάζει συμπτώματα και των δύο παραπάνω τύπων – δηλαδή και απώλεια με την προσπάθεια και επεισόδια έντονης επιτακτικής ούρησης.
Άλλοι τύποι: Σε ορισμένες περιπτώσεις παρατηρούνται και άλλοι τύποι, όπως η ακράτεια από υπερπλήρωση, όπου η κύστη δεν αδειάζει πλήρως και διαρρέουν μικρές ποσότητες συνεχώς. Επίσης υπάρχει η λεγόμενη λειτουργική ακράτεια, όταν δεν υπάρχει ουσιαστικό πρόβλημα στην ουροδόχο κύστη αλλά άλλοι παράγοντες (π.χ. κινητικά ή γνωσιακά προβλήματα) εμποδίζουν την έγκαιρη χρήση της τουαλέτας. Οι μορφές αυτές είναι λιγότερο συχνές στις γυναίκες, με τους τρεις πρώτους τύπους (προσπαθείας, επιτακτικού, μικτή) να αποτελούν τη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων.
Ποιοι είναι οι προδιαθεσικοί παράγοντες εμφάνισής της;
Υπάρχουν διάφοροι παράγοντες που αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης ακράτειας ούρων στις γυναίκες. Μεταξύ των κυριότερων είναι:
- Ηλικία και ορμονικές αλλαγές: Η πιθανότητα ακράτειας αυξάνει με την ηλικία. Μετά την εμμηνόπαυση, η μείωση των οιστρογόνων οδηγεί σε εξασθένηση των ιστών της ουροδόχου κύστης και της ουρήθρας. Παρότι η γήρανση προδιαθέτει, υπενθυμίζουμε ότι η ακράτεια δεν είναι «φυσιολογικό» κομμάτι της ζωής αλλά αντιμετωπίσιμη πάθηση.
- Εγκυμοσύνη και τοκετός: Η κυοφορία και ιδιαίτερα ο φυσιολογικός τοκετός μπορούν να χαλαρώσουν ή να τραυματίσουν το πυελικό έδαφος (τους μύες και τους συνδέσμους που στηρίζουν την ουροδόχο κύστη και την ουρήθρα). Αυτός είναι ένας σημαντικός λόγος που πολλές γυναίκες εμφανίζουν ακράτεια μετά από πολλούς ή δύσκολους τοκετούς. Οι γυναίκες που γέννησαν νεογνό μεγάλου σωματικού βάρους ή χρησιμοποιήθηκαν εμβρυουλκοί κατά τον τοκετό μπορεί να διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο.
- Παχυσαρκία: Το πολύ υψηλό σωματικό βάρος επιβαρύνει το πυελικό έδαφος, αυξάνοντας την πιθανότητα διαρροών. Η παχυσαρκία έχει αναγνωριστεί ως σημαντικός παράγοντας κινδύνου για ακράτεια.
- Χρόνιος βήχας και κάπνισμα: Το κάπνισμα συνδέεται με τριπλάσιο κίνδυνο ακράτειας συγκριτικά με μη καπνιστές. Ο χρόνιος βήχας των καπνιστών ασκεί επαναλαμβανόμενη πίεση στους μυς της πυέλου, οδηγώντας σε αποδυνάμωση και εμφάνιση ακράτειας προσπάθειας. Επιπλέον, η ίδια η νικοτίνη και τα άλλα συστατικά του καπνού ερεθίζουν την ουροδόχο κύστη και προκαλούν συχνότερη έπειξη για ούρηση.
- Χρόνια δυσκοιλιότητα: Η παρατεταμένη δυσκοιλιότητα συνυπάρχει συχνά με προβλήματα ακράτειας, ιδίως σε μεγαλύτερες γυναίκες. Έχει διαπιστωθεί ότι αντιμετώπιση της δυσκοιλιότητας μπορεί να βελτιώσει και τα συμπτώματα ακράτειας.
- Προηγηθείσες χειρουργικές επεμβάσεις: Επεμβάσεις στην περιοχή της πυέλου μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο ακράτειας. Στις γυναίκες, για παράδειγμα, η υστερεκτομή (χειρουργική αφαίρεση της μήτρας) ή επεμβάσεις για πρόπτωση ενδέχεται να επηρεάσουν την υποστήριξη της κύστης και της ουρήθρας.
- Νευρολογικά προβλήματα και άλλες παθήσεις: Ο σακχαρώδης διαβήτης, τα εγκεφαλικά επεισόδια, η σκλήρυνση κατά πλάκας και άλλες παθήσεις που επηρεάζουν το νευρικό σύστημα μπορούν να οδηγήσουν σε διαταραχή της νεύρωσης της κύστης και του σφικτήρα. Όταν διαταράσσονται τα σήματα από τον εγκέφαλο προς την ουροδόχο κύστη/ουρήθρα, ενδέχεται να παρουσιαστεί ακράτεια.
- Μείωση κινητικότητας και καθιστικός τρόπος ζωής: Η έλλειψη σωματικής δραστηριότητας και η κακή φυσική κατάσταση μπορούν να συμβάλουν έμμεσα. Για παράδειγμα, γυναίκες που δεν ασκούνται καθόλου μπορεί να έχουν πιο αδύναμους μυς πυελικού εδάφους.
Πώς γίνεται η διάγνωση της ακράτειας;
Η διάγνωση της ακράτειας ούρων ξεκινά από μια λεπτομερή λήψη ιστορικού και μια κλινική εξέταση. Ο γιατρός θα σας ρωτήσει για τα συμπτώματά σας (πότε και πώς παρουσιάζεται η διαρροή), τις συνήθειες σας (π.χ. πόσα υγρά πίνετε, αν πίνετε καφέ/αλκοόλ, αν καπνίζετε) και τυχόν άλλους παράγοντες υγείας. Συχνά σας ζητείται να κρατήσετε ημερολόγιο ούρησης για μερικές ημέρες – δηλαδή να καταγράφετε πόσα υγρά πίνετε, πόσο συχνά ουρείτε, πόσα ούρα αποβάλλετε και πότε συμβαίνουν διαρροές. Αυτό το ημερολόγιο δίνει μια εικόνα των συνηθειών της κύστης σας και βοηθά στη διάγνωση.
Ακολουθεί πλήρης γυναικολογική εξέταση ώστε να ελεγχθεί η κατάσταση των πυελικών οργάνων. Ο γιατρός θα εξετάσει αν υπάρχει πρόπτωση (χαλάρωση) της μήτρας, της ουροδόχου κύστης ή του κόλπου, που μπορεί να συμβάλλει στην ακράτεια. Κατά την εξέταση γίνεται συνήθως και δοκιμασία βήχα: θα σας ζητηθεί να βήξετε με γεμάτη κύστη, για να διαπιστωθεί αν διαρρέουν ούρα εκείνη τη στιγμή. Αυτό βοηθά να ανιχνευτεί η ακράτεια προσπάθειας. Συχνά συνιστάται γενική εξέταση ούρων για να αποκλειστεί η πιθανότητα ουρολοίμωξης που μπορεί να προκαλεί συμπτώματα.
Σε πιο σύνθετες περιπτώσεις ή όταν σχεδιάζεται επεμβατική θεραπεία, μπορεί να χρειαστεί ουροδυναμικός έλεγχος. Πρόκειται για ειδική εξέταση που μετράει τη λειτουργία της ουροδόχου κύστης και της ουρήθρας. Κατά τον ουροδυναμικό έλεγχο, ένας λεπτός καθετήρας τοποθετείται στην κύστη, την οποία γεμίζουμε σταδιακά με αποστειρωμένο υγρό. Αισθητήρες μετρούν τις πιέσεις μέσα στην κύστη και τη δραστηριότητα του μυός της κύστης καθώς αυτή γεμίζει και αδειάζει. Με τον τρόπο αυτό μπορούμε να δούμε αν η κύστη έχει ανεπιθύμητες συσπάσεις (όπως στην υπερδραστήρια κύστη) ή αν η ουρήθρα δεν συγκρατεί επαρκώς τα ούρα (όπως στην ακράτεια προσπάθειας). Ο ουροδυναμικός έλεγχος βοηθά στον ακριβή καθορισμό του τύπου ακράτειας και στον προγραμματισμό της σωστής θεραπείας. Συνήθως γίνεται σε εξειδικευμένα κέντρα ή νοσοκομεία και δεν απαιτεί αναισθησία (είναι καλά ανεκτός από τις περισσότερες ασθενείς).
Συνοψίζοντας, η διάγνωση βασίζεται κυρίως στο ιστορικό και στην κλινική εξέταση. Οι παρακλινικές εξετάσεις (όπως η γενική ούρων, το υπερηχογράφημα νεφρών-κύστης ή ο ουροδυναμικός έλεγχος) χρησιμοποιούνται συμπληρωματικά όπου χρειάζεται, για να επιβεβαιώσουν την αιτία της ακράτειας και να κατευθύνουν τη θεραπεία.
Ποιοι είναι οι βασικοί τρόποι αντιμετώπισης;
Η αντιμετώπιση της ακράτειας ούρων στις γυναίκες εξατομικεύεται ανάλογα με τον τύπο και τη βαρύτητα των συμπτωμάτων, όμως γενικά χωρίζεται σε τρεις κύριες κατηγορίες: συντηρητικές (μη επεμβατικές) παρεμβάσεις, φαρμακευτική αγωγή και χειρουργικές θεραπείες. Συχνά εφαρμόζονται συνδυασμοί αυτών για βέλτιστο αποτέλεσμα. Οι διεθνείς οδηγίες συνιστούν η θεραπεία να ξεκινά πάντα από τις πιο απλές/συντηρητικές μεθόδους, και να προχωρά σε επεμβατικές λύσεις μόνο εάν οι πρώτες δεν αποδώσουν.
- Συντηρητικές μέθοδοι (Φυσικοθεραπεία και αλλαγές συμπεριφοράς): Αποτελούν την πρώτη γραμμή αντιμετώπισης. Περιλαμβάνουν ασκήσεις ενδυνάμωσης των μυών του πυελικού εδάφους (ασκήσεις Kegel), εκπαίδευση της κύστης και γενικές αλλαγές στον τρόπο ζωής. Οι ασκήσεις πυελικού εδάφους στοχεύουν στη σύσφιξη των μυών που κρατούν την ουρήθρα κλειστή. Όταν γίνονται σωστά και τακτικά, μπορούν να μειώσουν σημαντικά ή και να εξαλείψουν τις διαρροές, ιδίως στην ακράτεια προσπάθειας και στην ήπια μικτή ακράτεια. Μια εξειδικευμένη φυσικοθεραπεύτρια μπορεί να σας καθοδηγήσει στις σωστές ασκήσεις και τεχνικές. Επίσης, η εκπαίδευση της κύστης (bladder training) είναι μια μέθοδος όπου μαθαίνετε να προγραμματίζετε τις επισκέψεις στην τουαλέτα και να αυξάνετε σταδιακά τα μεσοδιαστήματα, ώστε η κύστη να “ξαναμάθει” να κρατά περισσότερα ούρα χωρίς διαρροές. Τέτοιες τεχνικές συμπεριφοριστικής θεραπείας είναι ιδιαίτερα χρήσιμες στην επιτακτική ακράτεια. Στις συντηρητικές παρεμβάσεις εντάσσονται και διάφορες βοηθητικές συσκευές, όπως π.χ. οι κολπικοί κώνοι (ειδικά βάρη που τοποθετούνται στον κόλπο για την ενδυνάμωση των μυών) ή οι πεσσοί. Ο πεσσός είναι μια μικρή συσκευή που τοποθετείται στον κόλπο και μπορεί να στηρίξει την ουρήθρα και την κύστη, βοηθώντας στην ακράτεια προσπάθειας χωρίς χειρουργείο. Συνήθως χρησιμοποιείται σε γυναίκες με πρόπτωση ή σε όσες δεν μπορούν/δεν θέλουν να υποβληθούν σε επέμβαση.
- Φαρμακευτική θεραπεία: Τα φάρμακα παίζουν σημαντικό ρόλο κυρίως στην επιτακτικού τύπου ακράτεια. Υπάρχουν φαρμακευτικές ουσίες (τα λεγόμενα αντιχολινεργικά ή βήτα-3 αγωνιστές) που χαλαρώνουν τον υπερδραστήριο μυ της κύστης και μειώνουν τις ανεπιθύμητες συσπάσεις, βοηθώντας να ελεγχθούν τα επεισόδια έπειξης και διαρροών. Αυτά τα φάρμακα λαμβάνονται συνήθως από το στόμα καθημερινά και μπορούν να μειώσουν τη συχνότητα και την ένταση των επιτακτικών συμπτωμάτων. Κάθε φάρμακο έχει πιθανές παρενέργειες (π.χ. ξηροστομία), οπότε η επιλογή γίνεται από τον γιατρό με βάση το ιστορικό σας.
Για την ακράτεια προσπάθειας, μέχρι στιγμής δεν υπάρχει κάποια φαρμακευτική θεραπεία τόσο αποτελεσματική όσο στις άλλες μορφές.
Ορμονική τοπική θεραπεία: Στις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, η εφαρμογή τοπικών οιστρογόνων στον κόλπο (π.χ. με μορφή κολπικής κρέμας ή υποθέτων) μπορεί να βελτιώσει την κατάσταση των ιστών της ουρήθρας και του κόλπου. Αυτό με τη σειρά του βοηθά στη μείωση των συμπτωμάτων ακράτειας, ιδιαίτερα όταν συνυπάρχει ουρογεννητική ατροφία. Τοπικά οιστρογόνα μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε συνδυασμό με άλλες θεραπείες και έχουν δείξει βελτίωση τόσο στην ακράτεια όσο και σε συμπτώματα όπως οι υποτροπιάζουσες ουρολοιμώξεις. Σημειώνεται ότι η συστηματική ορμονική θεραπεία (π.χ. θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης από το στόμα ή διαδερμικά) δεν βελτιώνει απαραίτητα την ακράτεια.
Άλλες θεραπείες: Σε περίπτωση υπερδραστήριας κύστης που δεν ανταποκρίνεται στα παραπάνω, υπάρχουν και άλλες επιλογές. Μία από αυτές είναι οι ενέσεις βοτουλινικής τοξίνης (Botox) στην κύστη: με ενδοσκοπική έγχυση, το φάρμακο χαλαρώνει τον μυ της κύστης και μειώνει τις συσπάσεις, προσφέροντας ανακούφιση για 6-9 μήνες. Επίσης, θεραπείες νευροδιέγερσης (νευροτροποποίησης) μπορούν να βοηθήσουν σε ανθεκτικές περιπτώσεις επιτακτικής ακράτειας: είτε με ιερή νευροδιέγερση (ένα εμφυτεύσιμο ηλεκτρόδιο που διεγείρει ήπια το νεύρο της κύστης) είτε με διαδερμική διέγερση του κνημιαίου νεύρου (PTNS, όπου μικροβελόνες στον αστράγαλο διεγείρουν έμμεσα τα νεύρα της πυέλου). Αυτές οι μέθοδοι συνήθως προτείνονται όταν οι υπόλοιπες θεραπείες έχουν αποτύχει ή αντενδείκνυνται.
- Χειρουργική αντιμετώπιση: Αν οι συντηρητικές και φαρμακευτικές μέθοδοι δεν επαρκούν, υπάρχουν χειρουργικές λύσεις – κυρίως για την ακράτεια προσπάθειας. Η πιο συνήθης επέμβαση για την ακράτεια προσπάθειας είναι η τοποθέτηση ταινίας ελεύθερης τάσης. Πρόκειται για μια λεπτή ταινία (συνήθως από συνθετικό πλέγμα) που τοποθετείται χειρουργικά κάτω από την ουρήθρα, λειτουργώντας σαν «αιώρα» που την στηρίζει. Η επέμβαση αυτή είναι σύντομη, γίνεται με ελαφρά αναισθησία και μικρές τομές, και έχει υψηλά ποσοστά επιτυχίας στην αποκατάσταση της εγκράτειας. Άλλες χειρουργικές επιλογές περιλαμβάνουν την κολποανάρτηση (colposuspension), όπου με ραφές ανασηκώνεται και στηρίζεται ο αυχένας της κύστης/ουρήθρα στο πυελικό τοίχωμα και τις ενέσεις διογκωτικών υλικών γύρω από την ουρήθρα ( urethral bulking), όπου εγχύεται ένα ειδικό υλικό που “φουσκώνει” το τοίχωμα της ουρήθρας ώστε να κλείνει πιο σφιχτά. Οι λύσεις αυτές προτείνονται σε ειδικές περιπτώσεις – για παράδειγμα, οι ενέσεις μπορεί να βοηθήσουν γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας ή όσες δεν μπορούν να χειρουργηθούν, αν και έχουν γενικά μικρότερη αποτελεσματικότητα συγκριτικά με την ταινία.
Σημαντικό είναι να τονίσουμε ότι στις περισσότερες γυναίκες η ακράτεια μπορεί να βελτιωθεί σημαντικά με τις σύγχρονες θεραπείες. Συχνά εφαρμόζεται ένας συνδυασμός παρεμβάσεων (π.χ. φυσικοθεραπεία μαζί με φάρμακα, ή χειρουργείο και μετέπειτα ασκήσεις) για καλύτερο αποτέλεσμα. Ο ακριβής σχεδιασμός της θεραπείας γίνεται σε συνεργασία με τον γιατρό, λαμβάνοντας υπόψη τις ανάγκες, τις προτιμήσεις και το ιατρικό ιστορικό της κάθε γυναίκας.
Πώς μπορεί να βοηθήσει η αλλαγή τρόπου ζωής;
Για περισσότερες πρακτικές συμβουλές και αναλυτικές πληροφορίες σχετικά με το πώς ο τρόπος ζωής επηρεάζει την υγεία της ουροδόχου κύστης, μπορείτε να ανατρέξετε στο σχετικό ενημερωτικό άρθρο
Βιβλιογραφία
- ucc-today.com
- pubmed.ncbi.nlm.nih.gov
- acog.org
- menopause.org
- nafc.org
- yourpelvicfloor.org
Επιμέλεια κειμένου
Αναστασία Μορτάκη, MD, MSc, PhDc
Μαιευτήρας -Γυναικολόγος