Σε κάθε τέτοια περίπτωση η ασθενής πρέπει να συμβουλεύεται το γυναικολόγο της. Εκείνος είναι σε θέση να αξιολογήσει ποιο είναι το επόμενο διαγνωστικό βήμα για την ασθενή του. Εάν πχ στο τεστ Παπανικολάου αναφέρεται απλή λοίμωξη (τραχηλίτιδα) από μικροβιακούς παράγοντες, είναι πιθανό να συστήσει αναζήτηση των μικροβίων με λήψη καλλιεργειών και μετά να προχωρήσει σε θεραπευτική αντιμετώπιση. Εάν όμως στο τεστ Παπανικολάου αναφέρονται «κύτταρα με μόλυνση από HPV», «άτυπα κύτταρα», «προκαρκινικά ή καρκινικά κύτταρα» ή διάφορες ειδικές κατηγορίες που αναφέρονται διεθνώς ως: LSIL, HSIL, ASCUS, AGUS κλπ, τότε ο γιατρός σας θα σας συστήσει κολποσκόπηση και άλλες πιο εξειδικευμένες εξετάσεις.
Γνωρίζουμε ότι το τεστ Παπανικολάου δεν έχει αξιοπιστία 100%. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ένα επαναληπτικό τεστ Παπανικολάου έχει σχετική μόνον αξία. Εάν δηλαδή το επαναληπτικό τεστ Παπανικολάου αποβεί αρνητικό και το πρώτο τεστ που είχατε κάνει έχει δείξει άτυπα κύτταρα δεν πρέπει να εφησυχάζετε.
Εάν ο γιατρός σας υποψιάζεται ότι μπορεί να υποκρύπτεται προκαρκινική αλλοίωση ή και καρκίνος, ο περαιτέρω έλεγχος που θα σας συστήσει συνήθως περιλαμβάνει κολποσκόπηση με ή χωρίς βιοψίες και σε μερικές περιπτώσεις αναζήτηση του DNA των HPV υψηλού κινδύνου (HPV τεστ).
Η κολποσκόπηση θεωρείται ως «ο θεμέλιος λίθος» της περαιτέρω διαγνωστικής διαδικασίας μετά από ένα ύποπτο τεστ Παπανικολάου. Γίνεται από εξειδικευμένο γιατρό. Στην κολποσκόπηση αναζητούμε «ύποπτες» περιοχές από τις οποίες θα πάρουμε βιοψίες. Η κολποσκοπική εξέταση μας βοηθά πάρα πολύ στην αξιολόγηση των επιθηλίων ολόκληρου του κατώτερου γεννητικού συστήματος και ειδικότερα αυτών που κινδυνεύουν από καρκινογένεση. Η κολποσκόπηση βοηθά επίσης και στον σχεδιασμό της θεραπείας (εάν κριθεί ότι χρειάζεται κάποια θεραπεία).
Υπάρχουν όμως και για την κολποσκόπηση θέματα αξιοπιστίας. Καταρχήν η κολποσκόπηση είναι υποκειμενική εξέταση. Η εκπαίδευση και η εμπειρία του γιατρού που κάνει την κολποσκόπηση παίζουν σπουδαίο ρόλο. Πρέπει ο γιατρός να είναι σε θέση να πάρει βιοψίες από τα κατάλληλα μέρη, διαφορετικά τα αποτελέσματα δεν θα είναι αξιόπιστα. Ένα άλλο σπουδαίο πρόβλημα ανακύπτει όταν δεν είναι εφικτό κατά την κολποσκόπηση να ελεγχθεί πλήρως η περιοχή του τραχήλου της μήτρας που είναι ευένδοτη σε καρκινογένεση από τους HPV (περίπτωση μη ικανοποιητικής κολποσκόπησης). Αυτό το τελευταίο πρόβλημα είναι συχνό σε γυναίκες που βρίσκονται σε εμμηνόπαυση και σε μερικές γυναίκες που έχουν υποστεί στο παρελθόν κρυοπηξία ή άλλη επέμβαση στον τράχηλο της μήτρας.
Η τελική διάγνωση θα προκύψει από τη μελέτη των αποτελεσμάτων όλων των εξετάσεων (τεστ Παπανικολάου, κολποσκόπηση, ιστολογική εξέταση των βιοψιών και αποτελέσματα μοριακού ελέγχου).
Η απόφαση για παρακολούθηση ή για θεραπεία αλλά και η επιλογή μεθόδου θεραπείας θα εξαρτηθεί από την τελική διάγνωση αφού ληφθεί υπόψιν και το ιστορικό της συγκεκριμένης ασθενούς (εξατομίκευση αντιμετώπισης σε κάθε γυναίκα).