Οι ιοί των ανθρωπίνων θηλωμάτων (Human Papilloma Viruses – HPV) μεταδίδονται με τη σεξουαλική επαφή και προκαλούν στον άνθρωπο κονδυλώματα, προκαρκινικές αλλοιώσεις και καρκίνους).
Διακρίνονται σε δύο κατηγορίες χαμηλού και υψηλού κινδύνου.
Οι πιό συχνοί HPV χαμηλού κινδύνου είναι οι HPV 6 και 11, που προκαλούν το 90% των περιπτώσεων οξυτενών κονδυλωμάτων.
Τα κονδυλώματα είναι καλόηθες νόσημα, που μεταδίδεται όμως πολύ εύκολα και επηρεάζει την ποιότητα ζωής των ασθενών.
Οι HPV υψηλού κινδύνου (HPV 16, 18, 31, 33, 35, 39, 45, 51, 52, 56, 58, 59 κ.α.) είναι αιτιολογικοί παράγοντες για το 99% των καρκίνων του τραχήλου της μήτρας.
Οι HPV 16, 18, 31, 33, 45, 52 και 58 προκαλούν το 90% των περιπτώσεων καρκίνου τραχήλου μήτρας.
Το εμβόλιο Gardasil 9 καλύπτει για τους HPV 6, 11, 16, 18, 31, 33, 45, 52 και 58).
Εάν το εμβόλιο χορηγηθεί πριν από την έναρξη των σεξουαλικών επαφών τα κορίτσια προφυλάσσονται κατά 90% από τον καρκίνο του τραχήλου της μήτρας και >90% από τα κονδυλώματα.
Οι HPV υψηλού κινδύνου προκαλούν και άλλους καρκίνους όπως:
- Καρκίνος πρωκτού
- Καρκίνος στοματοφάρυγγα
- Καρκίνος αιδοίου
- Καρκίνος κόλπου
- Καρκίνος πέους
Στον καρκίνο του τραχήλου της μήτρας δεν γνωρίζουμε μόνο τους αιτιολογικούς παράγοντες αλλά και τη φυσική ιστορία της νόσου. Γνωρίζουμε δηλαδή ότι η καρκινογένεση γίνεται μετά από επιμένουσα ή υποτροπιάζουσα λοίμωξη από τους ανωτέρω ιούς. Στις συγκεκριμένες περιπτώσεις προκύπτουν μεταλλάξεις και δημιουργούνται προκαρκινικές αλλοιώσεις που ονομάζονται CIN2 και CIN3 ή HSIL και AIS. Εάν αυτές διαγνωστούν και θεραπευτούν έγκαιρα προλαμβάνεται ο διηθητικός καρκίνος.
Οι προκαρκινικές αλλοιώσεις όμως δεν έχουν συμπτώματα και επομένως προκειμένου να επιτευχθεί ο εντοπισμός τους γίνεται προσυμπτωματικός έλεγχος.
Μέχρι σήμερα ο έλεγχος γινόταν με τεστ Παπανικολάου (ευαισθησία 70%), τώρα όμως χρησιμοποιείται κυρίως το HPV τεστ που έχει ευαισθησία 98.6% στον εντοπισμό των προκαρκινικών αλλοιώσεων και του καρκίνου.
Υπάρχουν HPV τεστ αναγνωρισμένα από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, από το FDA και από τις επιστημονικές εταιρείες και πρέπει να χρησιμοποιούνται μόνον όσα πληρούν τις προδιαγραφές.
Ο τρόπος προσυμπτωματικού ελέγχου εξατομικεύεται ανάλογα με την ηλικία και το ιστορικό της γυναίκας.
Μετά από ένα θετικό τεστ στον προσυμπτωματικό έλεγχο ακολουθεί περαιτέρω έλεγχος συνήθως με κολποσκόπηση και βιοψίες.
Στις περιπτώσεις εκείνες που επιβεβαιωθούν προκαρκινικές αλλοιώσεις (CIN2, CIN3, HSIL, AIS) ή καρκίνος ακολουθεί θεραπεία. Όσον αφορά στον τρόπο θεραπείας των προκαρκινικών αλλοιώσεων, λαμβάνεται σοβαρά υπόψη το θέμα της γονιμότητας σε νέες άτοκες γυναίκες και η μέθοδος θεραπείας επιλέγεται από εξειδικευμένο γιατρό, αφού ενημερώσει την ασθενή για το όφελος αλλά και τους κινδύνους της συγκεκριμένης επιλογής.
Τέλος και η παρακολούθηση αυτών των ασθενών μετά από τη θεραπεία, εξατομικεύεται με βάση τα χαρακτηριστικά της κάθε ασθενούς και τον κίνδυνο που διατρέχει για μελλοντική εμφάνιση καρκίνου.
Για περισσότερες λεπτομέρειες μπορείτε να παρακολουθήσετε σχετική ομιλία του κ. Μορτάκη σε ιατρικό συνέδριο.